Friday, May 30, 2008

ΟΙ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ ΤΟΥ ΜΑΗ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥΣ ΑΝΑ ΔΕΚΑΕΤΗ ΕΠΕΤΕΙΟ

ΟΙ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ ΤΟΥ ΜΑΗ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥΣ ΑΝΑ ΔΕΚΑΕΤΗ ΕΠΕΤΕΙΟ
του ΘΑΝΑΣΗ ΤΣΑΚΙΡΗ
(Εισήγηση για την προβολή της ταινίας "Το βάθος του ουρανού είναι κόκκινο" του Κρις Μαρκέρ στο πλαίσιο της εβδομάδας προβολών και συζητήσεων "Όψεις του 1968" που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς στη Δημοτική Αγορά της Κυψέλης, 29/5/2008)

Η κοινωνική και πολιτική έκρηξη που ξέσπασε το Μάη του 1968 στη Γαλλία «έπιασε στον ύπνο» όλες τις ηγεσίες αλλά και μέρος των πνευματικών κύκλων της διανόησης. Θεωρούσαν τον κόσμο δεδομένο και καλουπαρισμένο στα μέτρα και σταθμά τους. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στις προσπάθειες εξήγησης και ερμηνείας του ξεσηκωμού .

Η πρώτη εξήγηση που δόθηκε ήταν αυτή της κατεστημένης πολιτειακής και πολιτικής ηγεσίας που ανέπτυξε μια «θεωρία συνομωσίας» των κομμουνιστών (Ντε Γκωλ και ο Πομπιντού αγνοώντας σκόπιμα ότι το ΓΚΚ αρχικά σαμποτάρισε την εξέγερση και συμμετείχε μόνο στο τέλος με την απεργιακή κινητοποίηση των συνδικάτων. Ο Πομπιντού θα έλεγε ότι «το μόνο ιστορικό προηγούμενο ήταν αυτό του 15ου αιώνα όταν κατέρρεαν οι δομές του Μεσαίωνα και οι φοιτητές στη Σορβόννη στασίαζαν. Σήμερα, δεν είναι η κυβέρνηση που υφίσταται επίθεση ούτε οι θεσμοί, ούτε η Γαλλία. Είναι ο δικός μας πολιτισμός». Περνάμε έτσι σε μια πιο ευρεία ερμηνεία που γενικεύει την ιδέα περί κρίσης ως τα όρια της «κοσμοϊστορικής κρίσης του πολιτισμού». Κατ’ αυτή την άποψη, οι νέοι και οι νέες επιτέθηκαν συνολικά εναντίον της «καταναλωτικής κοινωνίας»(Αντρέ Μαλρώ, υπουργός πολιτισμού των κυβερνήσεων Ντε Γκωλ από το 1960 ως το 1969). «Το βαθύ νόημα του κινήματος», συνέχισε κατόπιν ο αρχηγός της Παρισινής αστυνομίας, ήταν «η νεολαιίστικη απόρριψη…μιας κοινωνίας σε αποσύνθεση». Σε παραλλαγμένη γραμμή. Ανρί Λεφέβρ μίλησε για τους φοιτητές των κοινωνικών επιστημών, , που αμφισβήτησαν τις αξίες του «καταναλωτισμού» και της «τεχνολογικής» και «τεχνοκρατικής» κοινωνίας που αποτελούσαν παρερμηνεία και παρέκκλιση του Διαφωτιστικού προτάγματος. Οι Κλωντ Λεφόρ, Εντγκάρ Μορέν και Κορνήλιος Καστοριάδης θεώρησαν τα γεγονότα ως μια καλοδεχούμενη «ρήξη» (La brèche) με την κομφορμιστική καταναλωτική κοινωνία.

Μια τρίτη εξήγηση που προσπάθησε να είναι πιο μέσα στα πράγματα τονίζει την κρίση του Πανεπιστημίου ως θεσμού. Το πανεπιστήμιο των αστικών και γραφειοκρατικών ελίτ είχε μετατραπεί μεταπολεμικά σε μαζικό πανεπιστήμιο των μεσαίων στρωμάτων και των πιο ταλαντούχων παιδιών της εργατικής τάξης των πόλεων που ασφυκτιούσαν και μπλοκάρονταν με αναχρονιστικούς κανονισμούς σπουδών. Η εξέγερση του φοιτητόκοσμου έδειξε ότι η οικοδόμηση νέων πανεπιστημίων, όπως αυτό της εργατικής γειτονιάς της Ναντέρ, δεν έλυνε το πρόβλημα που δεν ήταν ποσοτικό αλλά ποιοτικό.

Συντηρητικοί στοχαστές έλεγαν ότι το κίνημα της αμφισβήτησης ήταν το ξέσπασμα της «εφηβικής ανταρσίας» και η φωτιά του «νεανικού πυρετού». Κάποιοι τα έβλεπαν με θετικό μάτι και μιλούσαν για τη «γιορτή της ζωής» και για το «εφηβικό 1789» που μετέτρεψε τη νεολαία σε «κοινωνικοπολιτική δύναμη». Οι πιο επικριτικοί, όπως ο Ραϊμόν Αρόν μιλούσαν για «ψυχόδραμα» ή για «μίμηση» και ακόμη πιο ειρωνικά για «παρωδία επανάστασης» που έδινε διέξοδο στα ψυχικά αδιέξοδα των εξεγερμένων.

Μια ερμηνεία που έβλεπε με εμφανή συμπάθεια το κίνημα του Μάη ήταν αυτή περί «ταξικής σύγκρουσης νέου τύπου». Την άποψη αυτή πρωτοδιατύπωσε ο κοινωνιολόγος Αλαίν Τουραίν. Ο Μάης γεννούσε ένα «νέο κοινωνικό κίνημα» πο εναντίον της τεχνοκρατίας της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας απαιτώντας δημοκρατική διαδικασία στη λήψη των αποφάσεων και συμμετοχή. Οι φοιτητές του μαζικού πανεπιστήμιου μετατρέπονταν σε επαναστατικό παράγοντα επειδή έπαιρναν μέρος στην εξέγερση όχι τόσο λόγω του κομμουνιστικού ή σοσιαλιστικού όσο του αντι-τεχνοκρατικού της χαρακτήρα, ως απάντηση στον «αυταρχικό ορθολογισμό» μιας «αρχαϊκής κοινωνίας» σε μια σύγχρονη οικονομία.

Η ερμηνεία των πιο παραδοσιακών μαρξιστών απέδιδε στους εργάτες και όχι στους φοιτητές το ρόλο του ιστορικού υποκειμένου της επανάστασης. Γι’ αυτό αγνοήθηκε από αυτούς η φοιτητική απαρχή του κινήματος και μπήκαν στο παιχνίδι στο δεύτερο ημίχρονο όταν οι εργάτες αποφάσισαν γενική μαζική απεργία και σε προχωρημένη φάση κατέλαβαν τα εργοστάσιά τους με αίτημα τον εργατικό έλεγχο και την αυτοδιαχείριση. Ακόμα και τότε, όμως, το ΓΚΚ έμεινε στο πλαίσιο της διεκδίκησης ικανοποίησης «νομιμοποιημένων υλικών αιτημάτων» και δεν έθεσε θέμα εξουσίας ούτε καν εργατικού ελέγχου. Η συλλογική δράση και η αυτενέργεια των κοινωνικών υποκειμένων δεν αναγνωριζόταν από το εκάστοτε ηγετικό κομματικό επιτελείο που θα αποφασίσει πότε θα είναι κατάλληλη η στιγμή της ρήξης.

Η πιο θεσμική προσέγγιση απέδιδε τα γεγονότα του Μάη στην πολιτική και καθεστωτική κρίση της 5ης γαλλικής δημοκρατίας, όταν αναπτύχθηκε το καθεστώς του «αυταρχικού κρατισμού», κατά τη γνωστή φράση του Νίκου Πουλαντζά, το οποίο αφαιρούσε πολλές βαλβίδες ασφαλείας του συστήματος και έστελνε τους διαμαρτυρόμενους στους δρόμους της Γαλλίας που από το 1789 ως σήμερα φιλοξένησαν δεκάδες εκατομμύρια διαδηλωτές και διαδηλώτριες που διαμαρτύρονταν κατά του αυταρχικού γραφειοκρατικού γαλλικού κράτους.

Τέλος, μια ερμηνεία, που δίνει σημαντικό ρόλο στον υποκειμενικό παράγοντα αλλά και στον παράγοντα της τύχης, είναι αυτή που αποδίδει την κρίση στην αλληλουχία διαφόρων γεγονότων και στις αποφάσεις των πολιτικών παραγόντων.

10 χρόνια μετά
O Edgar Moren επαναφέρει και επιβεβαιώνει την άποψη περί «κρίσης του πολιτισμού», την κριτική της τεχνο-γραφειοκρατίας και συνεχίζει τους ύμνους προς το Μάη ως ρήξης με τη στείρα κοινωνική τάξη πραγμάτων και ότι έστρωσε το δρόμο προς την υγιή ιδέα της «αυτοδιαχείρισης». Οι Ζιλ Ραγκάς και Αμέν Ντελάλ μίλησαν κι αυτοί για την επαναστατική κρίση αλλά μείωσαν την παρισινοκεντρική οπτική για τα γεγονότα. Ο Ρεζί Ντεμπρέ αποκάλεσε τα γεγονότα «λίκνο μιας νέας αστικής κοινωνίας». Θεωρούσε επαναστατική την κρίση αλλά αστική την επανάσταση και όχι προλεταριακή. Στο σημείο αυτό αρχίζουν να ακούγονται προβληματισμοί σχετικά με το χαρακτήρα του Μάη. Ο Ντεμπρέ εντόπισε την ανάγκη του νέου καπιταλισμού να σπρώξει στο περιθώριο τη μενταλιτέ της επαρχιακής αγροτικής Γαλλίας, οπότε θεώρησε ότι η αναπτυξιακή καπιταλιστική στρατηγική χρειαζόταν την πολιτιστική κληρονομιά και την κουλτούρα του Μάη. Επρόκειτο λοιπόν για στρατήγημα με την έννοια που δίνει ο Μισέλ Φουκώ. Ο Πιερ Μπουρντιέ πήρε τη σκυτάλη της κριτικής αποτίμησης μιλώντας για την «εμφανή ρήξη» με το παρελθόν, την «κρίσιμη στιγμή» οπότε όλα μοιάζουν πιθανά και δυνατά. Νέες αξίες και νέες μορφές κοινωνιοκότητας βγήκαν στο προσκήνιο. Ο πρώην τροτσκιστής Ανρί Βεμπέρ με τη σειρά του θα επισημάνει ότι «χωρίς το σεισμό του Μάη και τους μετασεισμούς του, η Γαλλία θα παρέμενε μια μπλοκαρισμένη κοινωνία.» Ο Νίκος Πουλαντζάς, όμως, θα επισημάνει κάτι άλλο, ότι σηκώνεται ξαφνικά ένας κόντρα άνεμος απέναντι στο πνεύμα του Μάη. Πρώην Μαοϊκοί και διάφοροι άλλοι γνωστοί και μη εξαιρετέοι διανοούμενοι της ευρύτερης αριστεράς, γνωστοί ως Νέοι Φιλόσοφοι, όπως ο Αντρέ Γκλυξμάν, συνήψαν ιερή συμμαχία με την ανερχόμενη νεοφιλελεύθερη αντίδραση και τον ανορθολογισμό.

20 χρόνια μετά
Ο Μάης άρχισε να γίνεται αντικείμενο κριτικής, αυτοκριτικής, θεωρητικού αναστοχασμού και πανεπιστημιακής διδασκαλίας αλλά δυστυχώς και τουριστική ατραξιόν και εμπορευματοποιημένη νοσταλγία. Όπως γράφουν στο βιβλίο τους Generation οι Ερβ Χαμόν και Μ. Ροτμάν, η έντυπη και οπτικοακουστική επιτυχία της 20ής επετείου απεικονίζουν έναν πολυσθενή Μάη, μια υπερφορτωμένη λεωφόρο ταχείας κυκλοφορίας με πλήθος διαφορετικών εξόδων. Ο Μάης ήταν ο δρόμος που οι έξοδοί του οδηγούσαν στο φεμινισμό, στο νέο συνδικαλισμό αλλά και στις σκοτεινές σήραγγες του λεγόμενου «ένοπλου». Εν ολίγοις, στη δημιουργία ενός είδους ανεκτικής, πλουραλιστικής και χειραφετημένης δημοκρατικής συνείδησης. Αυτή η σύνθεση των δύο ακτιβιστών κατηγορήθηκε για μονομέρεια και έλλειψη εκπροσώπησης των ανώνυμων εργατών και φοιτητών. Η δεκαετία, όμως, αυτή είχε έναν άλλο χαρακτήρα. Αφού εξέλιπε η ελπίδα για την επανάσταση και τα καθεστώτα της ανατολικής Ευρώπης κατέρρεαν χρόνο με το χρόνο, ανεξάρτητα από το ότι κοινωνικά κινήματα, όπως η Αλληλεγγύη ή οι κινητοποιήσεις των Ανατολικογερμανών πολιτών ήταν αυτά που έστρωσαν το δρόμο, δημιουργήθηκε ένα άλλο πεδίο έρευνας και κριτικής. Ήταν σαφές ότι με την άγρια επέλαση του νεοφιλελευθερισμού και τη μεταβολή των πολιτικών και ιδεολογικών συσχετισμών στην κοινωνία θα υπήρχε ανάγκη οικειοποίησης ενός μέρους των χαρακτηριστικών του Μάη, αυτού του φαντάσματος που πλανιόταν ακόμα πάνω από την Ευρώπη. Η ασάφεια του ιδεολογικού πλαισίου και του λόγου του Μάη θα βοηθούσε πάρα πολύ τους φιλοσόφους και τους κοινωνιολόγους αυτής της γενιάς να ερμηνεύσουν κατά το δοκούν τα προτάγματα της εποχής. Έτσι, ομάδες στοχαστών όπως οι Νέοι Φιλόσοφοι, ή άλλοι, όπως ο Αλαίν Ρενώ, ο Λυκ Φερρύ, ο Ζυλ Λιποβετσκί και άλλοι, θα προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν ως την κατ’ εξοχήν έκφραση του «επαναστατικού» και «ριζοσπαστικού ατομικισμού». Δεν είχαν εντελώς άδικο. Κι αυτό φαίνεται μόνο και μόνο από το ότι το Γαλλικό κράτος αλλά και οι πολυεθνικές εταιρείες θα απορροφούσαν χιλιάδες διανοούμενους στις γραμμές τους κατακτώντας την ευφυΐα και την φαντασία της γενιάς των επαναστατημένων baby boomers του Μάη αντί να κατακτήσει η φαντασία του Μάη την εξουσία.

30 χρόνια μετά
Κανείς πια δε θυμόταν το Μάη παρά μόνο οι εναπομείναντες στην άκρα αριστερά πρωταγωνιστές του και, ώ του θαύματος, ο Ριζοσπάστης, που φιλοξενεί συνέντευξη ενός στελέχους του που στα νιάτα του δούλευε σε εργοστάσιο του Παρισιού τον καιρό εκείνο. Οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές είτε ηγούνται μικρών αριστερών ομάδων, φεμινιστικών και οικολογικών συσπειρώσεων κάνοντας σιωπηλά πράξη τα όσα επαγγέλθηκε ο Μάης είτε ηγούνται πανεπιστημιακών τμημάτων και ευρωπαϊκών προγραμμάτων που περιλαμβάνουν τα νέα κοινωνικά κινήματα στο ερευνητικό έργο αλλά σπάνια στην ημερήσια διάταξη της πολιτικής πράξης. Ο μεταμοντερνισμός, στην κυρίαρχη εκδοχή του, θα καθιστούσε ένοχη ως υπεύθυνη του «ολοκληρωτισμού» την οποιαδήποτε αναφορά σε επαναστατική στρατηγική. Όσοι επέμεναν σ’ αυτήν χαρακτηρίζονταν δακτυλοδεικτούμενοι ως νοσταλγοί παρωχημένων μεγάλων αφηγήσεων ασχέτως του ότι ήταν αυτοί που άσκησαν τις πιο έντονες και έγκαιρες κριτικές στον αντιδημοκρατικό και επί της ουσίας αντεργατικό «υπαρκτό σοσιαλισμό». Στο μεταξύ, ο πλανήτης είχε μπει σε μια νέα περιπέτεια «ανθρωπιστικών πολέμων» με πρωτεργάτες τους εκπροσώπους της «ριζοσπαστικής ατομικιστικής» τάσης που αναδείχθηκε από την διαστρέβλωση του νοήματος του Μάη. Το σύμπαν διαλυόταν σε μικρούτσικα αντιμαχόμενα κράτη και κρατίδια, ο Κερδώος Ερμής θα παρέσερνε στο ορμητικό πέρασμά του κάθε τι που είχε δημόσιο χαρακτήρα: επιχειρήσεις, παιδεία, υγεία, πρόνοια, αστυνομία, ακόμη και τους στρατούς και τις φυλακές. Η «απαγόρευση της απαγόρευσης» εννοείται πλέον ως ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ του ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΤΑΙ ΚΑΝΕΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ και ΝΑ ΟΝΕΙΡΕΥΕΤΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ, ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΑΙΔΕΙΑ, ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ. Το ιδιωτικό όνειρο γινόταν πια μέτρο των πάντων.


40 χρόνια μετά
Το Street Fighting Man των Rolling Stones ξαναγίνεται μόδα, οι ταινίες του Μάη και για τον Μάη γνωρίζουν νέες δόξες και τα ειδικά σάιτ «κατεβάσματος» ταινιών στον υπολογιστή πήραν φωτιά πριν αποφασίσουν οι μεγάλες πολυεθνικές του κινηματογράφου να διατάξουν την «ανεξάρτητη δικαιοσύνη» να πατάξει την πειρατεία που τους μειώνει τα υπερκέρδη. Και μην ξαφνιαστείτε αν μάθετε πως κάποιος πρωταγωνιστής των κινημάτων του ’68 βρίσκεται πίσω από τις πολυεθνικές ή τους «πειρατές» του διαδικτύου. Κάθε ραχούλα και λαγκαδιά φιλοξενεί και από ένα διήμερο για το Μάη. Οι πάντες ξαφνικά αναπολούν το Μάη. Και πάει κι έρχεται όταν οι πρωταγωνιστές είναι πια εξηντάρηδες και εβδομηντάρηδες αλλά είναι οι «νέοι της εποχής» κατά Ζαμπέτα. Εδώ μέχρι και ο Ριζοσπάστης αποπειράται τώρα να οικειοποιηθεί το Μάη και βάζει ένα μέλος του ΚΣ της ΚΝΕ να ασκήσει κριτική στο τότε Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα ότι ενδιαφερόταν κυρίως για την «κομμουνιστική δουλειά» στο επίπεδο της κυβέρνησης και του κοινοβουλίου –έτσι ονομάζουν τον «κυβερνητισμό», μια λεξούλα που «κάνει τζιζ» γιατί καλό το σημερινό κλίμα αντίστασης αλλά ας κρατάμε και πισινή. Ο Σαρκοζί φροντίζει να θάβει κάθε τόσο και λιγάκι το «πτώμα του Μάη» και ευχαριστιέται παράλληλα όταν τον αποκαλούν «παιδί του Μάη» λόγω του έξαλλου ερωτικού του βίου. Μόνο αυτό καταλαβαίνουν οι κόλακές του που κάποιοι εξ αυτών ήταν «μπαμπάδες» του Μάη.

Για να κλείνουμε, προς το παρόν, θα επαναλάβω αυτό που έγραψαν την περασμένη Κυριακή η Τασία Χριστοδουλοπούλου και ο Στράτος Κερσανίδης στο ένθετο «Εντός Εποχής». Για όλους και όλες μας «Ο Γαλλικός Μάης δεν έχει ούτε μια ρυτίδα. Παραμένει εκεί, σύμβολο συλλογικής νιότης, υπέρβασης, φαντασίας, ελπίδας. Κυρίως σύμβολο αμφισβήτησης του παρόντος.(…) Μπορεί η επανάσταση να μη νίκησε, αλλά νίκησε η ποιητική της Ουτοπίας» που εκφράστηκε και μέσα από το σημερινό φιλμ του Κρις Μαρκέρ που συμπυκνώνει πολιτικά και καλλιτεχνικά ολόκληρο το πλέγμα των γεγονότων εκείνης της εποχής.

No comments:

Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)

 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)                                                                    του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...